Την 1η θέση στην Ευρώπη και την 6η παγκοσμίως κατέχει η Ελλάδα από πλευράς σεισμικότητας!-Αναγκαία η αντισεισμική θωράκιση των κτιρίων

Άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία για τον αντισεισμικό σχεδιασμό και τη σεισμική θωράκιση των κτιρίων στην Ελλάδα αποτυπώνονται στο άρθρο δυο επιστημόνων που ασχολούνται με τον κατασκευαστικό κλάδο. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν η Ελένη Μαμιδάκη και η Αρετή Μπαντή, η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της γεωλογικής της μορφολογίας είναι μια σεισμογενής χώρα. Κατέχει την πρώτη θέση από πλευράς σεισμικότητας στην Ευρώπη και την έκτη παγκοσμίως (μετά την Ιαπωνία, Νέες Εβρίδες, Περού, τα νησιά Σολομώντα, και την Χιλή). Επισημαίνουν ακόμη ότι είναι κάτι περισσότερο από επιτακτική η αντισεισμική θωράκιση των κτιρίων, ενώ υπογραμμίζουν με νόημα ότι στην Ελλάδα σήμερα πάνω από 250.000 αυθαίρετα δεν έχουν καμία οικοδομική άδεια. Επιπρόσθετα, όπως αναφέρουν, για τα περίπου 80.000 δημόσια κτίρια που υπάρχουν, ενδελεχείς έλεγχοι έχουν γίνει μόνο στα 15.000!

Ειδικότερα, στο άρθρο τους η Ελένη Μαμιδάκη (Αρχιτέκτονας Μηχανικός, Τομέας Μελετών & Αδειοδοτήσεων Ιδιωτικών Έργων) και η Αρετή Μπαντή (Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός MSc., Τομέας Τεχνικού Ελέγχου Ακινήτων), στελέχη της «Delta Engineering – Σύμβουλοι Μηχανικοί», μέλους του Ομίλου «ΣΑΜΑΡΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ», επισημαίνουν τα εξής:

«Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της γεωλογικής της μορφολογίας είναι μια σεισμογενής χώρα. Κατέχει την πρώτη θέση από πλευράς σεισμικότητας στην Ευρώπη και την έκτη παγκοσμίως (μετά την Ιαπωνία, Νέες Εβρίδες, Περού, τα νησιά Σολομώντα, και την Χιλή).

Ιστορικά, έχει υποστεί σεισμούς μεγάλης έντασης: ο ισχυρότερος σεισμός στην ιστορία της Ελλάδας θεωρείται εκείνος της Ρόδου, στις 26 Ιουνίου του 1926, έντασης 8 ρίχτερ. Θεωρήθηκε παγκόσμιος, καθώς επηρέασε 10 ακόμα χώρες. Στις 12 Αυγούστου του 1953 ο σεισμός των 7.2 ρίχτερ στην Κεφαλλονιά αφήνει πίσω του πολλά θύματα και σοβαρές υλικές ζημιές, επηρεάζοντας, επίσης, και τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη. Από το σύνολο των κατοικιών των τριών νησιών (33.000) τα 27.659 κατέρρευσαν, τα 2.780 έπαθαν σοβαρές υλικές ζημιές και τα υπόλοιπα έπαθαν ελαφρύτερες. Στην Αθήνα του 1999 ο σεισμός των 5,9 ρίχτερ γίνεται ο φονικότερος σεισμός των τελευταίων 50 χρόνων, ενώ πάνω από 50.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η ανάγκη της αντισεισμικής θωράκισης των κτιρίων, τόσο ιδιωτικών όσο και δημόσιων, καθώς και της ενίσχυσης των αντίστοιχων ελέγχων είναι περισσότερο από επιτακτική.

Ο αντισεισμικός σχεδιασμός αναφέρεται στο σχεδιασμό κατασκευών ικανών να ανθίστανται επαρκώς σε σεισμικές διεγέρσεις με σκοπό τη μεγιστοποίηση της ασφάλειας των ανθρώπων. Κάθε κατασκευή είναι ξεχωριστή λόγω της περιοχής, της γεωλογίας του εδάφους αλλά και γεωμετρικών και σχεδιαστικών χαρακτηριστικών του κτιρίου.

Ο πρώτος ελληνικός αντισεισμικός κανονισμός συντάχθηκε το 1959 (ΦΕΚ 36Α/26-02-1959), με τα κτίρια που έχουν ανεγερθεί πριν από αυτόν να μην έχουν περιλάβει καμία αντισεισμική αρχή στο σχεδιασμό τους.

Το 1984 ο νόμος εμπλουτίστηκε με πρόσθετα άρθρα (ΦΕΚ 239Β/16-04-1984) τα οποία εφαρμόστηκαν το 1985. Κατά την περίοδο αυτή εισάγεται για πρώτη φορά η έννοια της σπουδαιότητας κτιρίων, ανάλογα με τις συνέπειες ενδεχόµενης κατάρρευσης αµέσως µετά τον σεισµό.

Μετά το 2000 ισχύει ο Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός (ΕΑΚ) – 2000 (ΦΕΚ 1564Β/22-12-2000) με νέες τροποποιήσεις και διευκρινήσεις. Βάσει αυτού διαχωρίζεται η χώρα σε ζώνες σεισμικής επικινδυνότητας.

Τα τελευταία έτη ενσωματώνονται αρχές και διατάξεις του Ευρωπαϊκού Αντισεισμικού Κανονισμού (Ευρωκώδικας 8 – Αντισεισμικός Σχεδιασμός), ο οποίος έχει ως στόχο να βελτιώσει την ασφάλεια των κτιρίων υπό ανέγερση. Σύμφωνα με αυτόν, η διαχείριση της σεισμικής κρίσης ενός μεγάλου και καταστροφικού σεισμού αφορά όχι μόνο το κάθε κτίριο μεμονωμένα αλλά το σύνολο του δομημένου περιβάλλοντος που έχει οικοδομηθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους με διαφορετικούς κανονισμούς, ή και χωρίς κανένα κανονισμό.

Η εμπειρία έχει δείξει ότι πέραν των κτιρίων προ του 1959 καθώς και κτιρίων με ακραίες μη μελετημένες αυθαιρεσίες (π.χ. προσθήκη ορόφου ή ορόφων χωρίς πρόβλεψη), τα κτίρια της περιόδου 1959-2000 παρουσιάζουν καλή -τηρουμένων των αναλογιών- συμπεριφορά, με λίγες ή και μηδενικές απαιτούμενες ενισχύσεις. Έτσι, κατασκευές που πρωτίστως πρέπει να ελεγχθούν για τη δομική τους τρωτότητα και την αντισεισμική τους συμπεριφορά είναι κατά κύριο λόγο οι ακόλουθες:

-Κατασκευές οι οποίες έχουν χτιστεί πριν από το 1980 και δη το 1959 (χωρίς αντισεισμικές προδιαγραφές).
-Δημόσια κτίρια και κτίρια υψηλής σπουδαιότητας και σημασίας (σχολεία, νοσοκομεία, χώροι συνάθροισης κοινού).
-Αυθαίρετες κατασκευές που έχουν υπαχθεί σε διατάξεις ρύθμισης αυθαίρετων κατασκευών (Ν.4014/2011, Ν.4178/2013, Ν.4495/2017) και έχουν χαρακτηριστεί ως «υψηλού κινδύνου».
-Εξ ολοκλήρου αυθαίρετες κατασκευές μετά το 1982.
-Κατασκευές με αυθαίρετα τμήματα, που επιβαρύνουν τη στατική επάρκεια ενός κτιρίου.
-Ενδεικτικά, σημειώνεται ότι στην Ελλάδα σήμερα πάνω από 250.000 αυθαίρετα δεν έχουν καμία οικοδομική άδεια. Όσον αφορά τα δημόσια κτίρια, από τα 80.000 κτίρια, ενδελεχείς έλεγχοι έχουν γίνει μόνο στα 15.000.