H εκπόνηση ενός «πράσινου επενδυτικού σχεδίου» για τη δεκαετία 2020 – 2030 συμφωνήθηκε στη διάρκεια της συνάντησης που είχε σήμερα (29/8) στο Βερολίνο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με την Γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ.
Επισήμαναν ιδιαιτέρως τη δυνατότητα να υπάρξει κύμα επενδύσεων στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της διαχείρισης απορριμμάτων, των δράσεων που είναι φιλικές προς το περιβάλλον καθώς και της ηλεκτροκίνησης τομείς στους οποίους η χώρα μας παρουσιάζει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
«Έχουμε πολλά κοινά να κάνουμε σε αυτόν τον τομέα. Είναι λύσεις οι οποίες είναι συμφέρουσες για την Ελλάδα, συμφέρουσες για τη Γερμανία και εντάσσονται στο κοινό μας ενδιαφέρον να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά και ουσιαστικά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών», είπε στις δηλώσεις του ο κ. Μητσοτάκης.
Το μεταναστευτικό
Στη διάρκεια της συνάντησης ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στο μεταναστευτικό. «Η Ελλάδα θα κάνει ό,τι πρέπει για να επιταχυνθεί η ροή των επιστροφών προς την Τουρκία. Και βέβαια ό,τι πρέπει, ώστε οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στις δομές της να είναι συνθήκες ανθρώπινες. Προσβλέπουμε, όμως, όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στη Γερμανία, στην εξωτερική φύλαξη των συνόρων. Τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της Ευρώπης. Και πρέπει να εργαστούμε μαζί σε αυτόν τον τομέα. Εξάλλου το μεταναστευτικό αποτελεί και κορυφαία πολιτική προτεραιότητα της επόμενης προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της κ. Ούρσουλα Βαν Ντερ Λάιεν. Και στα ζητήματα της ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου -ένα ζήτημα το οποίο ξέρω ότι ενδιαφέρει πάρα πολύ την Καγκελάριο- θα δουλέψουμε μαζί ώστε οι κανόνες χορήγησης ασύλου να είναι ενιαίοι σε όλη την Ευρώπη», δήλωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός ο οποίος επισήμανε πως τους τελευταίους μήνες υπάρχει μια αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα μας. «Εμείς θέλουμε η Συμφωνία Ευρώπης και Τουρκίας να δουλέψει προς αμοιβαίο όφελος. Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε επιστροφές από την Ελλάδα προς την Τουρκία. Και για να γίνει αυτό πρέπει να αλλάξουν σε πρώτη φάση οι πολιτικές ασύλου της Ελληνικής Δημοκρατίας κάτι το οποίο προτιθέμεθα να κάνουμε εντός των επόμενων μηνών. Τώρα, για τα ζητήματα της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης έχω μιλήσει πολλές φορές. Είναι πολύ άδικο οι πρώτες χώρες υποδοχής να επιμερίζονται όλο το βάρος της διαχείρισης του προσφυγικού προβλήματος. Εάν θέλουμε να έχουμε μια συμφωνία ελεύθερης διακίνησης πολιτών στην Ευρώπη – όπως η Συμφωνία του Σένγκεν- πρέπει και να φυλάσσονται τα σύνορά μας και να υπάρχει ένας δίκαιος επιμερισμός του προβλήματος. Σε αυτό συμφωνεί απόλυτα και η Καγκελάριος. Και ελπίζω και εύχομαι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, γι’ αυτό το οποίο αποκαλούμε “Δουβλίνο 4”, η Ευρώπη να δείξει ουσιαστική αλληλεγγύη. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χώρες που να εκμεταλλεύονται τα οφέλη Σένγκεν και ταυτόχρονα να αρνούνται να συμμετέχουν έστω και κατ’ ελάχιστον στην αντιμετώπιση αυτού του κοινού ευρωπαϊκού προβλήματος», είπε χαρακτηριστικά.
Η συμφωνία των Πρεσπών
Επίσης ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στη συμφωνία των Πρεσπών. «Η Καγκελάριος γνωρίζει τις απόψεις μου, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια συμφωνία με σοβαρά ελαττώματα. Ελαττώματα τα οποία, όμως, μπορούν να αμβλυνθούν μέσω της συνολικής ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Η Ευρώπη, άλλωστε, παραμένει ο φυσικός μας χώρος. Μια Ευρώπη, που τώρα δοκιμάζεται από την άνοδο των λαϊκιστών. Από τη μεγάλη πρόκληση του Brexit. Μια Ευρώπη, όμως, της οποίας η σημασία μπορεί να ενισχυθεί σε ένα αβέβαιο περιβάλλον», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης κατά την καθιερωμένη συνάντηση με τους δημοσιογράφους μετά το τετ α τετ με την Άνγκελα Μέρκελ.
Οι γερμανικές αποζημιώσεις
Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε από Γερμανό δημοσιογράφος για το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία και για τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθεί η σημερινή κυβέρνηση. «Αυτό είναι ένα δύσκολο ζήτημα και είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνετε πόσο ευαίσθητο είναι το ζήτημα αυτό και για την Ελλάδα και για τους Έλληνες. Γι’ αυτό, ακριβώς θα ελπίζαμε ότι αυτό το δύσκολο κεφάλαιο μπορεί κάποια στιγμή να κλείσει. Γνωρίζετε ότι, μετά την απόφαση που υιοθέτησε η Ολομέλεια του Ελληνικού Κοινοβουλίου, η Ελλάδα προχώρησε σε αποστολή μιας ρηματικής διακοίνωσης προς την Γερμανία, με την οποία ζητάμε επίσημα να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ζητήματος αυτού. Εμείς προσβλέπουμε σε μια θετική ανταπόκριση και είμαι πεπεισμένος ότι η οριστική διευθέτηση αυτού του ζητήματος θα είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών μας», απάντησε ο κ. Μητσοτάκης.
Τα πλεονάσματα
Τέλος ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στους δημοσιονομικούς στόχους που έχει αναλάβει η χώρα. «Έχω πει πολλές φορές, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα υψηλά. Έχω πει, επίσης, όμως, ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020. Ότι πρώτα θα κερδίσουμε αξιοπιστία και μετά θα συζητήσουμε, τα ζητήματα των πλεονασμάτων και του χρέους. Θέλω, επίσης, να επισημάνω ότι όσο πιο γενναία και ισχυρή είναι η ανάπτυξη στη χώρα μας τόσο πιο εύκολα γίνονται τα ζητήματα της διαχείρισης του χρέους. Και βέβαια, όσο το περιβάλλον των επιτοκίων είναι χαμηλό, τόσο μπορούμε να δούμε τα ζητήματα μέσα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Είναι θέματα τα οποία συζητάμε με τους Θεσμούς. Όπως είχα την ευκαιρία να πω και σε μια συνέντευξη που έδωσα σήμερα σε γερμανική εφημερίδα, τα θέματα των Θεσμών αφορούν τους Θεσμούς, τα θέματα των διμερών σχέσεων αφορούν τις δύο χώρες. Και εμείς αυτό το οποίο θα κάνουμε πρώτα απ’ όλα είναι να κερδίσουμε πολιτική αξιοπιστία, ως μια μεταρρυθμιστική Κυβέρνηση η οποία επαναφέρει το ζήτημα της ανάπτυξης στην πρώτη γραμμή. Τα ζητήματα αυτά, εν καιρώ και την κατάλληλη στιγμή, θα συζητηθούν με τους θεσμούς και προφανώς, εφόσον αυτό χρειαστεί, σε διμερές επίπεδο», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.