Παχυσαρκία και αλλαγές στον τρόπο διατροφής λόγω της πανδημίας/Συνέντευξη του Δρ.Γ.Μοσχώνη
Συνέντευξη στη Μάρα Χαρμαντά
Λίγοι γνωρίζουμε ότι η δίαιτα είναι στην πραγματικότητα η υιοθέτηση μιας διατροφικής συμπεριφοράς, η οποία μας βοηθά να καλύψουμε τις προσωπικές μας ανάγκες, π.χ. τη διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους, αλλά και τη θωράκιση της υγείας μας, την πρόληψη και αντιμετώπιση νοσημάτων, την υγιή ανάπτυξη στα παιδιά κλπ. Στο πλαίσιο αυτό, η δίαιτα και η συμπεριφορά δεν είναι ξεχωριστά πράγματα, αλλά η δίαιτα είναι μια συμπεριφορά που μπορεί και πρέπει να αλλάζει, όταν υπάρχει ανάγκη. Σε πολλές περιπτώσεις εφαρμόζονται θεραπευτικές προσεγγίσεις αλλαγής συμπεριφοράς (π.χ. κοινωνική γνωσιακή θεωρία, μοντέλο πεποιθήσεων υγείας κλπ) που μπορούν να τροποιήσουν θετικά τη διατροφική συμπεριφορά. Για όλα αυτά και πολλά ακόμα ενδιαφέροντα μας μίλησε ο Δρ. Γιώργος Μοσχώνης, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Διαιτολογίας, Διατροφής και Άσκησης του Πανεπιστηνίου La Trobe στη Μελβούρνη της Αυστραλίας.
Ο περιορισμός κίνησης λόγω πανδημίας σίγουρα επηρέασε εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Θεωρείτε ότι δημιούργησε και διατροφικές συνήθειες που θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις; Περιμένετε περαιτέρω αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας;
Το σωματικό μας βάρος είναι συνισταμένη δύο βασικών συνιστωσών «ενεργειακού ισοζυγίου (όπως ονομάζεται), δηλαδή της ενεργειακής πρόσληψης (των θερμίδων που προσλαμβάνουμε από το φαγητό μας) και της ενεργειακής δαπάνης (δηλαδή των θερμίδων που “καίμε” μέσω της φυσικής μας δραστηριότητας). Όταν η ενεργειακή πρόσληψη είναι μεγαλύτερη της δαπάνης, τότε αυξάνεται το σωματικό μας βάρος, ενώ όταν συμβαίνει το αντίθετο (π.χ. στο πλαίσιο μιας υποθερμιδικής δίαιτας) τότε χάνουμε βάρος. Ο περιορισμός κίνησης που οφείλεται στο “home isolation” (κατ’ οίκον απομόνωση) λόγω της πανδημίας φαίνεται να έχει επηρεάσει αρνητικά και τις δύο συνιστώσες. Συγκεκριμένα, ο φυσικός περιορισμός λόγω εγκλεισμού στο σπίτι έχει μειώσει αισθητά τα επίπεδα κίνησης και σωματικής άσκησης με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της ενεργειακής δαπάνης. Η μείωση της ενεργειακής δαπάνης από μόνη της μπορεί σταδιακά να οδηγήσει στην αύξηση του βάρους, ακόμη και αν η κατανάλωση φαγητού δεν έχει επηρεαστεί. Το τελευταίο όμως δεν φαίνεται να συμβαίνει, καθώς πρόσφατες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, έδειξαν ότι η κακή συναισθηματική κατάσταση που έχει προκαλέσει ο εγκλεισμός στο σπίτι οδηγεί σε αύξηση του «συναισθηματικού τρώγειν» και κατά συνέπεια της ποσότητας του φαγητού που καταναλώνουμε, είτε μέσω της αύξησης της μερίδας, είτε μέσω της αύξησης της συχνότητας κατανάλωσης φαγητού (π.χ. του «τσιμπολογήματος») ή συνδυασμού των παραπάνω αλλά και άλλων παραμέτρων. Για παράδειγμα η μείωση της σωματικής άσκησης λόγω εγκλεισμού, φαίνεται να επηρεάζει όχι μόνο την ενεργειακή δαπάνη αλλά και εμμέσως την ενεργειακή πρόσληψη, καθώς η άσκηση συνδέεται με την παραγωγή νευροδιαβιβαστών που έχουν ανορεξιογόνο δράση και κατά συνέπεια αυξάνουν το αίσθημα του κορεσμού, δηλαδή άτομα που ασκούνται πεινούν λιγότερο συχνά και χορταίνουν πιο εύκολα. Καθώς τα προηγούμενα ισχύουν, όχι μόνο για τους ενήλικες αλλά και για τα παιδιά, τον αρνητικό αντίκτυπο στο σωματικό βάρος που προκαλεί η διαταραχή του ενεργειακού ισοζυγίου λόγω του περιορισμού κίνησης, φυσικά αφορά και αυτά. Το αν θα αυξηθούν τελικά τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας, εξαρτάται από το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν οι σχετικοί περιορισμοί.
Ποια είναι τα ποσοστά της παιδικής παχυσαρκίας σε Ελλάδα και ποια σε Αυστραλία;
Η Ελλάδα δυστυχώς έχει τα πρωτεία στην παιδική υπερβαρότητα και παχυσαρκία, με περίπου 30% των παιδιών σχολικής ηλικίας να είναι υπέρβαρα (δηλαδή με σωματικό βάρος υψηλότερου του φυσιολογικού αλλά όχι ακόμη στα επίπεδα της παχυσαρκίας) και 10% παχύσαρκα. Στην Αυστραλία τα ποσοστά είναι χαμηλότερα, καθώς στα παιδιά σχολικής ηλικίας η υπερβαρότητα αγγίζει το 17% και η παχυσαρκία το 8%. Διαφορές σε γενετικούς, αλλά κυρίως περιβαλλοντικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις συνιστώσες του ενεργειακού ισοζυγίου, δηλαδή τη διατροφή και την άσκηση, εξηγούν τις διαφορές (π.χ τα παιδιά στην Αυστραλία έχουν περισσότερες ευκαιρίες σωματικής άσκησης, σε σύγκριση με τα παιδιά στην Ελλάδα, τόσο γιατί συμμετέχουν σε περισσότερες οργανωμένες δραστηριότητες που συνδέονται με άσκηση, όσο και γιατί το φυσικό περιβάλλον με τους πολλούς χώρους πρασίνου, πάρκα, παιδικές χαρές κτλ παρέχει περισσότερες ευκαιρίες κίνησης σε σύγκριση με τα παιδιά στην Ελλάδα).
Σε ποιο ποσοστό επηρεάζει η κληρονομικότητα και σε ποιο η έλλειψη κίνησης ( η τάση των παιδιών να παίζουν μέσα στο σπίτι μοναχικά παιχνίδια), την αύξηση αυτή;
Η ύπαρξη κληρονομικότητας αποτελεί το «έδαφος» και το δυσμενές περιβάλλον, (κακή διατροφή, περιορισμένη άσκηση κτλ), αποτελεί τον «σπόρο» για την εκδήλωση του φαινοτύπου της παχυσαρκίας. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο, καθώς υπάρχουν άτομα τα οποία ενώ έχουν το γονιδίωμα για την εκδήλωση της παχυσαρκίας δεν εκδηλώνουν ποτέ τον σχετικό φαινότυπο (αλλά και το αντίθετο). Αναφορικά με το ποσοστό που η κληρονομικότητα και το περιβάλλον επηρεάζουν την αύξηση του σωματικού βάρους, αυτό δεν είναι απόλυτα καθορισμένο.
Ποιες οι διαφορές στον τρόπο διατροφής Ελλήνων και Αυστραλών;
Αν και η Ελλάδα είναι μεσογειακή χώρα και θεωρητικά θα έπρεπε να είμαστε κοντά στο πρότυπο της μεσογειακής διατροφής (δηλ. περισσότερα φρούτα, λαχανικά, όσπρια, ολικής άλεσης δημητριακά, μέτρια γαλακτοκομικά, θαλασσινά και ψάρια, ελαιόλαδο ως βασική πηγή λίπους, αλλά και σχετικά χαμηλή κατανάλωση κόκκινου κρέατος), δυστυχώς έχουμε απομακρυνθεί αισθητά από αυτό, ακολουθώντας κατά βάση τα πρότυπα του δυτικού τρόπου διατροφής. Μάλιστα υπάρχουν μελέτες, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες, που δείχνουν ότι ο βαθμός προσκόλλησης στο πρότυπο της μεσογειακής διατροφής είναι πολύ χαμηλός και στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν ξεπερνά το 5%. Η Αυστραλία από την άλλη αποτελεί μια πολυπολιτισμική κοινωνία με πολλές και διάφορες κουλτούρες, συμπεριλαμβανομένης και της διατροφικής κουλτούρας. Ωστόσο, αν και υπάρχουν πολυάριθμες εθνικές κουζίνες από όλα τα μέρη του κόσμου, τη βάση της διατροφής για την πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελεί το κρέας (κόκκινο και λευκό), τα γαλακτοκομικά, τα αυγά και το πρόχειρο φαγητό.
Οι δύσκολες συνθήκες στην Ελλάδα ή η μεγάλη ευκαιρία για μια επαγγελματική καταξίωση σάς ώθησε να κάνετε εκεί ένα νέο ξεκίνημα;
Η απόφαση να μεταναστεύσουμε στην Αυστραλία ήταν ένα αποτέλεσμα συνδυασμού παραμέτρων, με βασικότερες την αναξιοκρατία που επικρατεί στην Ελλάδα στα επαγγελματικά και σε άλλους τομείς, οι περισσότερες ευκαιρίες για επαγγελματική εξέλιξη στην Αυστραλία, οι καλύτερες προοπτικές εκπαίδευσης και σπουδών για τα παιδιά και πολλά άλλα. Κατά την προσωπική μου άποψη είναι τεράστια αστοχία για μια χώρα που έχει επενδύσει χρόνο, κόπο και χρήματα να δημιουργήσει ένα αξιόλογο επιστημονικό δυναμικό να χάνει αυτούς τους ανθρώπους, επειδή δεν έχει τις κατάλληλες πολιτικές να τους κρατήσει στη χώρα τους.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε ως τώρα;
Το νέο ξεκίνημα και η προσαρμογή στη νέα κουλτούρα, τόσο για εμάς όσο και για τα παιδιά, ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τους επιστήμονες στον τομέα της διατροφής για τα επόμενα χρόνια;
Η εύρεση λύσεων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των σχετιζόμενων με τη διατροφή χρόνιων νοσημάτων (σακχαρώδης διαβήτης, καρδιαγγειακά κλπ) αποτελούν την κύρια πρόκληση. Η μεγάλη δυσκολία επίσης εντοπίζεται στην εξεύρεση αποτελεσματικών στρατηγικών για την κατάλληλη διατροφική εκπαίδευση του πληθυσμού σε μια κοινωνία όπου η πληροφόρηση γύρω από θέματα διατροφής και υγείας δεν προέρχεται πάντα από επιστημονικά έγκυρες και πιστοποιημένες πηγές.